Επίσταξη – Ρινορραγία και τρόποι αντιμετώπισης

επίσταξη

Η επίσταξη ή κοινώς ρινορραγία αποτελεί κατάσταση που δε γνωρίζει ηλικία, καθώς είναι ευρύτατα διαδεδομένη. Αναφέρεται στην αυθόρμητη αιμορραγία από τη ρινική κοιλότητα η οποία μπορεί να κυμαίνεται από ήπια έως αρκετά έντονη σε σημείο που να απαιτεί ιατρική παρέμβαση. Αν και συνήθως πρόκειται για ακίνδυνη κατάσταση, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να κρύβει μια πιο ανησυχητική πλευρά, καθώς δεν αποκλείεται να υποδεικνύει μια υποκείμενη ιατρική κατάσταση.

Η ρινική κοιλότητα είναι επενδεδυμένη με έναν ευαίσθητο βλεννογόνο ο οποίος διαθέτει πλήθος αιμοφόρων αγγείων. Η ρήξη αυτών των αγγείων, κυρίως λόγω τραύματος, φλεγμονής ή κάποιας άλλης συστηματικής πάθησης, προκαλεί επίσταξη.

Τύποι επίσταξης

Η επίσταξη ταξινομείται συνήθως με βάση τη θέση της αιμορραγίας σε πρόσθια και οπίσθια. Η πρόσθια επίσταξη συνιστά τον πιο συνηθισμένο τύπο που αντιπροσωπεύει το 90% των περιπτώσεων. Αυτή εμφανίζεται όταν τα τριχοειδή αγγεία ή οι μικρές αρτηρίες στο μπροστινό μέρος της μύτης υφίστανται ρήξη. Αυτές οι αιμορραγίες συνήθως υποχωρούν εντός ολίγου από μόνες τους και είναι πιο εύκολο να αντιμετωπιστούν. Η οπίσθια επίσταξη από την άλλη πλευρά είναι λιγότερο συχνή αλλά πιο σοβαρή, καθώς προέρχεται από μεγαλύτερες αρτηρίες στο οπίσθιο τμήμα της ρινικής κοιλότητας. Συχνά απαιτεί ιατρική παρέμβαση λόγω του αυξημένου κινδύνου σημαντικής απώλειας αίματος.

Πού οφείλεται η επίσταξη;

Η αιτιολογία της επίσταξης είναι γενικά ευρύτατη. Η πιο κοινή αιτία εμφάνισης ρινικής αιμορραγίας είναι κάποιο εξωτερικό τραύμα (π.χ. σωματική πρόσκρουση) ή αυτοπροκληθέν τραύμα, όπως το σκάλισμα της μύτης. Παράλληλα, παθήσεις φλεγμονώδους αιτιολογίας όπως η ρινίτιδα, η ιγμορίτιδα και οι ρινικές λοιμώξεις μπορούν να ερεθίσουν τον ρινικό βλεννογόνο, οδηγώντας σε αιμορραγία. Η παρατεταμένη επίσης έκθεση σε ξηρό ή θερμό αέρα μπορεί να προκαλέσει ξηρότητα του ρινικού βλεννογόνου, καθιστώντας τα αιμοφόρα αγγεία της περιοχής πιο επιρρεπή σε ρήξη. Αυτό είναι ιδιαίτερα συχνό το καλοκαίρι ή σε περιβάλλοντα με χαμηλή υγρασία. Τέτοια ξηρότητα επίσης προκαλεί συχνά και η επίμονη χρήση ρινικών σπρέι. Η ρινορραγία μπορεί μάλιστα να προκληθεί και λόγω της ύπαρξης καλοήθων ή κακοήθων όγκων στη ρινική κοιλότητα ή στους παραρρίνιους κόλπους. Οι όγκοι αυτοί ενδέχεται να διαβρώσουν τα αιμοφόρα αγγεία, προκαλώντας επαναλαμβανόμενα επεισόδια ρινορραγίας. Ένα σκολιωτικό ρινικό διάφραγμα τέλος οδηγεί σε μακροχρόνιο ερεθισμό και βλάβη στον βλεννογόνο, αυξάνοντας την πιθανότητα αιμορραγίας.

Ωστόσο, δεν αποκλείεται η ρινορραγία να προκληθεί και λόγω κάποιας αιτίας που δεν αφορά τη ρινική κοιλότητα και τις τριγύρω δομές της. Μία από αυτές τις αιτίες είναι η χρόνια υπέρταση, η οποία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για οπίσθια επίσταξη. Αντίστοιχα, τυχόν διαταραχές πήξης του αίματος, όπως η αιμορροφιλία, η νόσος von Willebrand ή η θρομβοπενία, αυξάνουν τον κίνδυνο ρινορραγίας. Η δυσλειτουργία του ήπατος επίσης μπορεί να οδηγήσει σε επίσταξη. Η λήψη αντιπηκτικών φαρμάκων αυξάνει αντίστοιχα τον κίνδυνο αιμορραγίας, καθώς τα φάρμακα αυτά μειώνουν την ικανότητα πήξης του αίματος. Ταυτόχρονα, η χρόνια κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να επηρεάσει τους μηχανισμούς πήξης του αίματος και να προκαλέσει υπερευαισθησία του ρινικού βλεννογόνου, αυξάνοντας τον κίνδυνο επεισοδίων αιμορραγίας. Τέλος, η εγκυμοσύνη, λόγω ορμονικών διακυμάνσεων, μπορεί να κάνει τον ρινικό βλεννογόνο πιο επιρρεπή σε αιμορραγία. Βέβαια, δεν αποκλείεται η ρινορραγία να εκδηλωθεί αυθόρμητα χωρίς να υπάρχει κάποια ξεκάθαρη αιτία.

Διάγνωση ρινορραγίας

Η διάγνωση της επίσταξης γίνεται κυρίως μέσω κλινικής εξέτασης. Η λήψη λεπτομερούς ιστορικού του ασθενούς, με έμφαση στην καταγραφή τυχόν γνωστών συστηματικών παθήσεων, φαρμάκων ή κάποιου τραύματος στη μύτη, είναι ζωτικής σημασίας για την ανεύρεση της υποκείμενης αιτίας. Στις περιπτώσεις που υπάρχει υποψία οπίσθιας αιμορραγίας, μπορεί να χρειαστεί μια πιο λεπτομερής εξέταση. Η εξέταση αυτή είναι η ενδοσκόπηση της ρινός με ειδικό ενδοσκόπιο. Οι εξετάσεις αίματος μπορεί τέλος να είναι απαραίτητες σε περιπτώσεις υποτροπιάζουσας ή σοβαρής επίσταξης.

Επιλογές θεραπείας για την επίσταξη

Η θεραπεία της επίσταξης εξαρτάται από τον τύπο, τη σοβαρότητα και την υποκείμενη αιτία της αιμορραγίας. Σε πρώτη φάση, η αντιμετώπιση είναι συνήθως συντηρητική. Πιο συγκεκριμένα, συνιστάται η εφαρμογή απαλής πίεσης στο μαλακό μέρος της μύτης για 10 περιπου λεπτά, ενώ το κεφάλι θα πρέπει να είναι ελαφρώς κεκλιμένο προς τα εμπρός για να αποφεύγεται η κατάποση του αίματος. Εάν η αιμορραγία δεν σταματήσει, μπορούν να χρησιμοποιηθούν αγγειοσυσπαστικά ρινικά σπρέι, όπως η οξυμεταζολίνη ή η φαινυλεφρίνη, τα οποία συμβάλλουν στη σύσφιξη των αιμοφόρων αγγείων. Για πιο επίμονες περιπτώσεις, μπορεί να εφαρμοστεί χημικός ή ηλεκτρικός καυτηριασμός από εξειδικευμένο Χειρουργό ΩΡΛ, που κλείνει τα αγγεία που έχουν υποστεί ρήξη και σταματά την αιμορραγία. Σε υποτροπιάζουσες ή σοβαρές περιπτώσεις, είναι απαραίτητη η εκτίμηση από ειδικό και ενδεχομένως η χρήση αιμοστατικών υλικών ή η ενδοσκοπική χειρουργική για απολίνωση μεγαλύτερων αγγείων. Σε κάποιες περιπτώσεις η χειρουργική διόρθωση του στραβού διαφράγματος της μύτης δίνει λύση στα επίμονα επεισόδια ρινορραγίας. Η διαχείριση υποκείμενων παθήσεων, όπως η υπέρταση ή οι διαταραχές πήξης, είναι τέλος σημαντική για την πρόληψη μελλοντικών επεισοδίων. Σε κάθε περίπτωση, ο Χειρουργός ΩΡΛ στην Αθήνα και την Ήπειρο Dr. Πέτρος Λίτος αντιμετωπίζει ακόμη και τα πιο απαιτητικά περιστατικά ρινορραγίας με τον κατάλληλο τρόπο.