Η λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση εκδηλώνεται ως η ανάδρομη ροή του περιεχομένου του στομάχου προς τον λάρυγγα και τον φάρυγγα. Η πάθηση αυτή έχει ως αποτέλεσμα το περιεχόμενο του στομάχου να έρχεται σε επαφή με την ανώτερη αεροπεπτική οδό, προκαλώντας ένα φάσμα δυσάρεστων συμπτωμάτων όπως βλάβες στις φωνητικές χορδές και πιθανές επιπλοκές. Αντίθετα, η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ) αφορά τη ροή γαστρικού οξέος μέχρι τον οισοφάγο. Η λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση έχει αναγνωριστεί ως ξεχωριστή κλινική οντότητα, διαφορετική από την ΓΟΠ, λόγω της ξεχωριστής κλινικής της εικόνας και των διαγνωστικών προκλήσεων που αυτή θέτει.
Λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση: Παθοφυσιολογία
Η παθοφυσιολογία της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης περιλαμβάνει μια πολυπαραγοντική αλληλεπίδραση διαφόρων μηχανισμών. Στους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της πάθησης είναι η δυσλειτουργία του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα, η οποία μπορεί να πυροδοτήσει γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση. Η αδυναμία ή ανικανότητα του σφιγκτήρα αυτού να επιτελέσει απρόσκοπτα τη λειτουργία του, επιτρέπει στο περιεχόμενο του στομάχου να παλινδρομήσει στον οισοφάγο και σε ορισμένες περιπτώσεις να φτάσει στον λάρυγγα και το φάρυγγα. Αντίστοιχα με τη δυσλειτουργία του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα και η διαταραχή της λειτουργίας του άνω οισοφαγικού σφιγκτήρα μπορεί να πυροδοτήσει την πάθηση. Η μειωμένη λειτουργία του άνω οισοφαγικού σφιγκτήρα μπορεί να επιτρέψει στο γαστρικό περιεχόμενο να ρέει προς τα πίσω στον φάρυγγα και τον λάρυγγα. Η δυσλειτουργία αυτή μπορεί να είναι πρωτεύων ή δευτερεύων παράγοντας στην ανάπτυξη λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης.
Παράλληλα, για την εκδήλωση της πάθησης έχει ενοχοποιηθεί η έκθεση σε γαστρικό οξύ και πεψίνη. Το γαστρικό οξύ και η πεψίνη είναι τα κύρια συστατικά που ευθύνονται για τη βλάβη των ιστών που προκαλεί η μορφή αυτή παλινδρόμησης. Αυτές οι διαβρωτικές ουσίες μπορεί να οδηγήσουν σε φλεγμονή και βλάβη του βλεννογόνου του λάρυγγα και του φάρυγγα. Σημαντικός αιτιολογικός παράγοντας για την εμφάνιση λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης είναι η ύπαρξη διαφραγματοκήλης. Οι διαφραγματοκήλες μπορούν να δημιουργήσουν ένα μηχανικό ελάττωμα που επιδεινώνει την παλινδρόμηση, με αποτέλεσμα το γαστρικό περιεχόμενο να φτάσει στο ανώτερο πεπτικό σύστημα, στον λάρυγγα και το φάρυγγα.
Κλινική εικόνα και διάγνωση λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης
Η λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση δυσχεραίνει την ορθή διάγνωση γιατί συχνά εμφανίζεται με άτυπα ή διακριτικά συμπτώματα. Τα συμπτώματα της πάθησης μπορεί να περιλαμβάνουν βραχνάδα, χρόνιο βήχα, ανάγκη για συχνό καθαρισμό του λαιμού, αίσθημα κόμπου στο λαιμό, πονόλαιμο, δυσκολία κατά την κατάποση, ρινική απόφραξη, οπισθορρινικές εκκρίσεις, μεταρρινική ενστάλαξη (συσσώρευση βλέννας στο λαιμό). Μάλιστα, η παρατεταμένη φλεγμονή ενδέχεται να συμβάλει στο σχηματισμό πολυπόδων στον λάρυγγα.
Λόγω της διάχυτης φύσης αυτών των συμπτωμάτων, η μορφή αυτή παλινδρόμησης συχνά διαγιγνώσκεται λανθασμένα ή παραβλέπεται. Η διάγνωση βασίζεται σε έναν συνδυασμό λήψης του ιστορικού του ασθενούς, κλινικής εξέτασης και πλήρους ωτο-ρινο-λαρυγγολογικής εξέτασης, σημαντική πτυχή της οποίας είναι και η λαρυγγοσκόπηση. Η λαρυγγοσκόπηση, η ενδοσκοπική δηλαδή εξέταση του λάρυγγα, μπορεί να αποκαλύψει χαρακτηριστικά ευρήματα όπως ερύθημα, οίδημα ή λαρυγγίτιδα.
Διαφορές λαρυγγοφαρυγγικής και γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης
Η λαρυγγοφαρυγγική και η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση είναι δύο συσχετιζόμενες αλλά διακριτές διαταραχές εντός του φάσματος των παθήσεων που προκαλούνται από παλινδρόμηση οξέος. Ενώ μοιράζονται το κοινό χαρακτηριστικό της παλινδρόμησης του γαστρικού περιεχομένου, παρουσιάζουν αξιοσημείωτες διαφορές στην κλινική τους εικόνα, στις προσβεβλημένες ανατομικές θέσεις και στις διαγνωστικές προκλήσεις. Η λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση περιλαμβάνει κυρίως την ανάδρομη ροή του γαστρικού περιεχομένου στον λάρυγγα και το φάρυγγα, προκαλώντας συμπτώματα όπως βραχνάδα, χρόνιο βήχα και ανάγκη για συχνή κάθαρση του λαιμού, συχνά χωρίς την τυπική καούρα και την αναγωγή οξέος που προκαλεί η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Αντίθετα, η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση επηρεάζει κυρίως το κατώτερο οισοφάγο και χαρακτηρίζεται από καούρα, αναγωγή οξέος και πόνο στο στήθος. Η διαδικασία που απαιτείται για τη διάγνωση διαφέρει μεταξύ των δύο μορφών παλινδρόμησης. Η παλινδρόμηση του γαστρικού περιεχομένου προς το λάρυγγα και το φάρυγγα απαιτεί συνήθως εξειδικευμένη λαρυγγοσκόπηση, ενώ η ΓΟΠΝ διαγιγνώσκεται συχνότερα μέσω γαστροσκόπησης. Η κατανόηση αυτών των διαφορών είναι ζωτικής σημασίας για την ακριβή διάγνωση και την εφαρμογή της κατάλληλης θεραπείας, καθώς και η θεραπεία διαφέρει ανά περίπτωση.
Λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση: Επιλογές διαχείρισης & θεραπείας
Η διαχείριση της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης είναι πολύπλευρη και συχνά περιλαμβάνει τόσο αλλαγές στον τρόπο ζωής όσο και φαρμακευτική θεραπεία. Οι βασικές στρατηγικές διαχείρισης περιλαμβάνουν αρχικά διατροφικές αλλαγές με την αποφυγή τροφών και ποτών που προκαλούν πυροδότηση, όπως όξινα και πικάντικα είδη. Η διαχείριση του σωματικού βάρους μπορεί να μετριάσει τα συμπτώματα της πάθησης. Επίσης βοηθητικά λειτουργεί η ανύψωση της κεφαλής του κρεβατιού κατά τη διάρκεια του ύπνου, η διακοπή του καπνίσματος, ο περιορισμός του αλκοόλ και η αποφυγή κατανάλωσης φαγητού αμέσως πριν τον ύπνο.
Παράλληλα, συχνά εφαρμόζεται και φαρμακευτική θεραπεία, η οποία συμβάλλει στη μείωση της παραγωγής γαστρικού οξέος. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ασθενείς μπορεί να επωφεληθούν από τη φωνοθεραπεία για την αντιμετώπιση της δυσλειτουργίας των φωνητικών χορδών και την προώθηση της σωστής χρήσης της φωνής. Ο Χειρουργός ΩΡΛ στην Αθήνα Dr. Πέτρος Λίτος πραγματοποιεί έγκαιρη αναγνώριση και κατάλληλη διαχείριση της λαρυγγοφαρυγγικής παλινδρόμησης με σκοπό την πρόληψη των επιπλοκών και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών.